myDiatrofi

Βιταμίνη D

Γράφτηκε από τον  Κατηγορία: Βιταμίνες
vitamini_d

Βιταµίνη D είναι ο γενικός όρος που χρησιµοποιείται για να περιγράψει όλες τις στερόλες που παρουσιάζουν τη βιολογική δραστηριότητα της χοληκαλσιφερόλης. Η βιταµίνη D είναι λιποδιαλυτή. Η βιταµίνη D2 είναι ο τύπος που προστίθεται συχνότερα σε τρόφιµα και διαιτητικά συµπληρώµατα.

ΔΡΑΣΗ
Η βιταµίνη D είναι απαραίτητο συστατικό για την προαγωγή της απορρόφησης και της χρησιµοποίησης του ασβεστίου και του φωσφόρου από το ερειστικό σύστηµα. Σε συνεργασία µε παραθυρεοειδικές ορµόνες και την καλσιτονίνη, ρυθµίζει τη συγκέντρωση του ασβεστίου στο αίµα ανάλογα µε τις ανάγκες, καθώς και την εναπόθεση ή αποµάκρυνση του ασβεστίου στα οστά. Συµµετέχει στην νευροµυϊκή λειτουργία και σε πλήθος άλλων κυτταρικών λειτουργιών, συµπεριλαµβανοµένης της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήµατος

ΔΟΣΟΛΟΓΙΑ

Η βιταµίνη D είναι διαθέσιµη σε δισκία και σε κάψουλες, και επίσης βρίσκεται σε πολλά πολυβιταµινούχα συµπληρώµατα και ιχθυέλαια. Η κατάλληλη δόση βιταµίνης D στις περισσότερες περιπτώσεις είναι 10µg/ηµέρα.

ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
Εξαιρετικές διαιτητικές πηγές - τροφές βιταμίνης D είναι: το μουρουνέλαιο, οι σαρδέλες, ο σολομός, ο τόνος, η ρέγκα, το σκουμπρί, το συκώτι (βοδινού και χοιρινού), η μαργαρίνη και ο κρόκος αυγού.

ΕΛΛΕΙΨΗ
Ανεπάρκεια της βιταµίνης D έχει ως αποτέλεσµα τη µειωµένη εντερική απορρόφηση ασβεστίου και φωσφόρου. Επίσης, υποκαλιαιµία, υποφωσφαταιµία, αύξηση δραστικότητας της αλκαλικής φωσφατάσης στο πλάσµα και υπερπαραθυρεοειδισµό. Η αποµετάλλωση των οστών οδηγεί σε ραχίτιδα στα παιδιά και σε οστεοµαλακία στους ενήλικες. Τα παιδιά επίσης µπορεί να εµφανίσουν σπασµούς και τετανία. Υπάρχουν επίσης αποδείξεις από έρευνες ότι χαµηλά επίπεδα βιταµίνης D στο πλάσµα του αίµατος σχετίζονται µε την εµφάνιση οστεοαρθρίτιδας και ρευµατοειδούς αρθρίτιδας, καθώς και µε τον κίνδυνο εµφάνισης σακχαρώδους διαβήτη. Είναι ακόµη άγνωστο αν τα διαιτητικά συµπληρώµατα βιταµίνης D µπορούν να παρεµποδίσουν την εµφάνιση των παραπάνω ασθενειών.

ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ
Απορρόφηση
Η βιταμίνη D απορροφάται με τη βοήθεια των χολικών αλάτων από το λεπτό έντερο μέσω του λεμφικού συστήματος. Η απορρόφηση της εκτιμάται γύρω στο 50%.
Κατανομή
Η χοληκαλτσιφερόλη (βιταμίνη D3), προσλαμβανόμενη είτε από τη δίαιτα είτε από την επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας πάνω στο δέρμα, μεταφέρεται με μια ειδική σφαιρίνη, τη βιταμινο-D-δεσμευτική πρωτεΐνη, στο αίμα και καταλήγει στο ήπαρ. Εκεί μετατρέπεται σε 25-OH-D3 και μεταφέρεται στους νεφρούς, όπου μετατρέπεται σε l,25-(OH)2-D3, την πιο δραστική μορφή της βιταμίνης D. Η δραστική ένωση l,25-(OH)2-D3 δρα ως ορμόνη. Οι κυριότερες αποθήκες της βιταμίνης D είναι ο λιπώδης ιστός και οι σκελετικοί μύες. Μερικές ποσότητές της βρίσκονται στο ήπαρ, στον εγκέφαλο, στους πνεύμονες, στον σπλήνα, στα οστά και στο δέρμα.
Απομάκρυνση
Η κύρια οδός απέκκρισης της βιταμίνης D είναι εκείνη της χολής, μέσω της οποίας αποβάλλεται με τα κόπρανα. Ποσοστό μικρότερο του 4% της ολικής αποβολής της ανευρίσκεται στα ούρα.

ΔΕΡΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
H έκθεση του δέρµατος στις υπεριώδεις ακτίνες έχει ως αποτέλεσµα τη σύνθεση της χοληκαλσιφερόλης (βιταµίνη D3). Αυτή είναι και η κύρια πηγή της βιταµίνης D. Το ποσό της χοληκαλσιφερόλης που δηµιουργείται εξαρτάται από: 1) το χρόνο της έκθεσης, 2) την περιοχή του εκτιθέµενου δέρµατος, 3) το µήκος κύµατος της ακτινοβολίας, 4) τον βαθµό µόλυνσης της ατµόσφαιρας, 5) το χρώµα του δέρµατος (υψηλή συγκέντρωση µελανίνης απαιτεί µεγαλύτερη έκθεση, ώστε να επιτευχθεί ο ίδιος βαθµός σύνθεσης) και 6) την ηλικία του ατόµου (οι ηλικιωµένοι έχουν τη µισή ικανότητα σύνθεσης α τους νέους).

Εγκυµοσύνη και θηλασµός
Δεν έχουν παρατηρηθεί προβλήµατα σε φυσιολογική πρόσληψη. Υπάρχει αυξηµένος κίνδυνος υπερκαλιαιµικής τετανίας σε βρέφη τα οποία θηλάζουν, όταν οι µητέρες δεν προσλαµβάνουν αρκετές ποσότητες βιταµίνης D

ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ
Η βιταµίνη D είναι από τις πλέον τοξικές. Υπάρχει ευρύ φάσµα ανεκτικότητας της βιταµίνης D αλλά, δόσεις 250µg (50000 µονάδες) ηµερησίως για έξι µήνες µπορεί να προκαλέσουν τοξικότητα. Τα βρέφη και τα παιδιά είναι περισσότερο ευάλωτα σε σχέση µε τους ενήλικες. Η πρόσληψη µεγάλων δόσεων οδηγεί σε υπερκαλιαιµία µε τα συνωδά της συµπτώµατα (Απάθεια, ανορεξία, διάρροια, ξηρότητα στόµατος, κούραση, πονοκέφαλο, ναυτία και έµετο, δίψα και αδυναµία.) Επόµενα συµπτώµατα συνδέονται µε την αποτιτάνωση µαλακών ιστών και περιλαµβάνουν: Πόνο στα οστά, καρδιακή αρρυθµία, υπέρταση, νεφρική βλάβη, ψύχωση (σπάνια) και απώλεια βάρους

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ
Φάρµακα

  • Αντιεπιληπτικά: Μπορεί να µειώσουν την επίδραση της βιταµίνης D επιταχύνοντας τον µεταβολισµό της.
  • Καλτσιτονίνη: Μπορεί να δρα ανταγωνιστικά µε τη βιταµίνη D.
  • Χολεστυραµίνη, Χολεστιπόλη: Μπορεί να µειώσουν την εντερική απορρόφηση της βιταµίνης D.
  • Διγοξίνη: Εξαιτίας της υπερασβισταιµία, της οφειλόµενης σε βιταµίνη D µπορεί να ενισχυθούν τα αποτελέσµατα της διγοξίνης, οδηγώντας σε καρδιακή αρρυθµία.
  • Υγρή παραφίνη: Μπορεί να µειώσει την εντερική απορρόφηση της βιταµίνης D (πρέπει να αποφεύγεται η µακρόχρονη χορήγηση της υγρής παραφίνης).
  • Σουκραλφάτη: Μπορεί να µειώσει την εντερική απορρόφηση της βιταµίνης D.
  • Θειαζινικά διουρητικά: Μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο υπερκαλιαιµίας.
  • Παράγωγα της βιταµίνης D: Αυξάνουν τον κίνδυνο τοξικότητας µε συµπληρώµατα βιταµίνης D.

Θρεπτικά συστατικά
Ασβέστιο: Μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο υπερκαλιαιµίας.

 

Βιβλιογραφία:

Haddad J. Vitamin D-solar rays, the milky way, or both? N Eng J Med 1992;326:1213-1215.

Department of Health. Weaning and weaning diet: Report of the Working group on the Weaning Diet of the Committee on Medical Aspects of Food Policy. Report on Health and Social Subjects No 45. London: her Mejesty’s Stationary Office, 1994.

LeBoff MS, Kohlmeier L, Hurwitz S, et al. Occult vitamin D deficiency in pstmenopausal US women with accute hip fracture. JAMA 1999;281:1505-1511.

Graafmans WC, Lips P, Ooms ME, et al. The effect of vitamin D supplementation on the bone mineral density of the femoral neck is associated with vitamin D receptor genotype. J Bone Miner Res 1997; 12:1241-1245.

Dawson-Hughens B, Dallal GE, Kraal EA, et al. Effect of vitamin D supplementation on wintertime and overall bone loss in healthy postmenopaysal women. Ann Intern Med 1991;115:505-512.

Dawson-Hughens B, Arlot ME, Duboeuf F, et al. Vitamin D and calcium to prevent hip fractures in elderly women. N Engl Med 1992;327:1637-1642.

Reckel RR, Davies KM, Dowd RM, Heaney RP. The effect of low-dose continuous estrogen and progesterone therapy with calcium and vitamin D on bone in elderly women: A randomized, controlled trial. Ann Intern Med 1999;130: 897-904.

 


Τόνι Νζέιμ

Διαιτολόγος-Διατροφολόγος

Προφίλ
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: Βιταμίνη Ε »