Ο Διαβήτης κατατάσσεται στα νοσήματα διαταραχής του μεταβολισμού. Οι περισσότερες τροφές που τρώμε διασπώνται κυρίως σε γλυκόζη. Η γλυκόζη είναι μια μορφή «ζάχαρης» στο αίμα μας και αποτελεί την κύρια πηγή «καυσίμου» για το σώμα μας.
Ο άνθρωπος που πάσχει από Σακχαρώδη Διαβήτη έχει αρκετά αυξημένη ποσότητα γλυκόζης στο αίμα του (υπεργλυκαιμία). Αυτό συμβαίνει γιατί είτε το πάγκρεας δεν παράγει αρκετή ή καθόλου ινσουλίνη, ή γιατί τα κύτταρα δεν ανταποκρίνονται επαρκώς στην ινσουλίνη που παράγεται από το πάγκρεας. Ως αποτέλεσμα παρατηρείται αυξημένη κυκλοφορία γλυκόζης στο αίμα.
Η κοινή ζάχαρη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως γλυκαντικό αρκεί να υπολογιστεί η θερμιδική της αξία και να αντικαταστήσει ισοδύναμα άλλες υδατανθρακούχες τροφές.
Για την αντικατάσταση της ζάχαρης χρησιμοποιούνται σήμερα διάφορες ουσίες οι οποίες αναλόγως της θερμιδικής επιβάρυνσης διακρίνονται σε δυο κατηγορίες:
1. θερμιδογόνες γλυκαντικές ουσίες που στην πραγματικότητα δεν είναι υποκατάστατα της ζάχαρης αλλά έχουν μικρότερη γλυκαιμική ικανότητα όπως:
- Η φρουκτόζη που έχει τη θερμιδική αξία της ζάχαρης και συντελεστή γλυκύτητας σχεδόν διπλάσιο. Έχει μικρότερη γλυκαιμική ικανότητα και προκαλεί βραδύτερη άνοδο του ζαχάρου του αίματος. Πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή.
- Το μέλι έχει λίγο μεγαλύτερη τη θερμιδική αξία και συντελεστή γλυκύτητας από τη ζάχαρη. Είναι μια τροφή πλούσια σε στοιχεία όπως κάλιο, βιταμίνη C, σίδηρο, φυλλικό οξύ και άλλα. Αν και τα στοιχεία αυτά περιέχονται σε μικρές ποσότητες, εντούτοις αυτό θεωρείται σημαντικό, κυρίως αν σκεφτείτε πως οι άλλες γλυκαντικές ουσίες δεν περιέχουν το παραμικρό θρεπτικό συστατικό.
2. Μη θερμιδογόνες γλυκαντικές ουσίες δηλαδή ουσίες με έντονα γλυκιά γεύση που δεν παρέχουν όμως θερμίδες, ή παρέχουν πολύ λίγες όπως:
- Η ζαχαρίνη που ενοχοποιήθηκε για νεοπλασίες του ουροποιητικού συστήματος και κυρίως της ουροδόχου κύστεως, άποψη που τελευταία δεν επιβεβαιώνεται.
- Η σουκραλόζη που χρησιμοποιείται τα τελευταία χρόνια και παράγεται από την γνωστή μας ζάχαρη. Δεν μεταβολίζεται όμως στον ανθρώπινο οργανισμό και συνεπώς δεν αποδίδει θερμίδες (μηδενική θερμιδική αξία). Η γλυκαντική της ισχύς είναι 600 φορές μεγαλύτερη της ζάχαρης, άρα απαιτείται ελάχιστη ποσότητα για να πετύχουμε ανάλογο γλυκαντικό αποτέλεσμα με την ζάχαρη.
- Η σορβιτόλη και η μανιτόλη ανήκουν στις πολυαλκοόλες και δεν απορροφούνται εύκολα από το γαστρεντερικό σωλήνα μας, με μικρή γλυκαιμική ικανότητα και προκαλούν συχνά διάρροιες. Η σορβιτόλη είναι γνωστό ότι δρα ως καθαρτικό. Όμως η βιομηχανία τροφίμων επιμένει πως είναι ένα ασφαλές προϊόν και επισημαίνει πως οι συσκευασίες περιλαμβάνουν προειδοποιήσεις κατά της υπερβολικής κατανάλωσης. Μια τσίχλα περιέχει περίπου 1 γραμμάριο σορβιτόλης και εάν ξεπεράσουμε τα 20 γραμμάρια τη μέρα υπάρχει μεγάλη πιθανότητα σοβαρής διάρροιας με κοιλιακά άλγη.
- Η ασπαρτάμη που είναι παράγωγο του αμινοξέος «ασπαρτικό οξύ» και έχει 150 έως 200 φορές μεγαλύτερη γλυκύτητα από τη ζάχαρη. Τελευταία ενοχοποιήθηκε για νευρολογικές διαταραχές χωρίς να σταματήσει η ευρεία χρήση της. Υπάρχει ειδική οδηγία της Ε. Ε. ότι μετά από σχετικές έρευνες, διαπιστώθηκε πως η ουσία αυτή δεν προκαλεί πονοκεφάλους και ημικρανίες, δεν έχει παρενέργειες, δεν προκαλεί καρκίνο και γενικότερα δεν βλάπτει τους καταναλωτές. Σε μεγάλες ποσότητες μπορεί να αποδειχτεί ανθυγιεινή σε εγκύους, διαβητικούς και όσους πάσχουν από φαινυλκετονουρία.
- Η ακετοσουλφάμη που είναι παράγωγο του ακετοξικού οξέος και λαμβάνεται από την ινδική καρύδα και τα σταφύλια. Έχει το πλεονέκτημα της σταθερότητας στη θερμότητα γι’αυτό και χρησιμοποιείται στη μαγειρική. Ανακαλύφθηκε το 1967, είναι ελεύθερη θερμίδων και 130-200 φορές πιο γλυκιά από την ζάχαρη.
- Η στέβια αποτελεί την τελευταία και πιο φυσική λέξη στα γλυκαντικά. Τα φύλλα της στέβιας περιέχουν διάφορες φυσικές γλυκαντικές ουσίες, όπως η στεβιοσίδη και η ρεμπαουδιοσίδη, που την καθιστούν 60-80 φορές γλυκύτερη από την κοινή ζάχαρη, ενώ το τελικό προϊόν της, που εξάγεται με τη μέθοδο της εκχύλισης, είναι έως και 300 φορές γλυκύτερο. Η στέβια δεν περιέχει κανενός είδους θερμιδογόνο συστατικό, επομένως δεν αποδίδει καθόλου θερμίδες, σε οποιαδήποτε ποσότητα κατανάλωσης. Επίσης είναι σταθερή, δεν αλλοιώνεται και δεν χάνει τη γλυκύτητά της, ακόμα κι όταν μαγειρεύεται σε θερμοκρασίες έως και 200 °C. Ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) έχει δώσει στη στέβια το χαρακτηρισμό GRAS («γενικά αναγνωρισμένη ως ασφαλής»), ενώ η EFSA έχει γνωμοδοτήσει δηλώνοντας ότι «δεν είναι καρκινογόνος, δεν είναι τοξική και δεν είναι επικίνδυνη για την ανθρώπινη αναπαραγωγή».
Να θυμάστε ότι όταν καταναλώνονται στις συνήθεις ποσότητες, τα τρόφιμα που περιέχουν λίγες θερμίδες και γλυκαντικές ουσίες είναι απόλυτα ασφαλείς ακόμα και στα άτομα με διαβήτη.